27 Νοεμβρίου 2024
Πρόσφατα:
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ

Η Κατάρρευση μιας Αγοράς, τα Μαθήματα και η Επόμενη Μέρα στην Πορεία προς το 2050

Της Λιάνας Γούτα* Δευ, 1 Ιουνίου 2020 – 12:08 energia.gr

Κανείς δε θα μπορούσε να φανταστεί ένα σενάριο κρίσης, όπως αυτή που πέρασε ο πλανήτης το τελευταίο διάστημα. Αν και υγειονομική, οι επιπτώσεις της οδήγησαν σε πρωτοφανή κατάρρευση αγορών όπως η πάντα κραταιή αγορά του πετρελαίου. Μια αγορά που έχει αντιμετωπίσει σοβαρές κρίσεις στο παρελθόν, κυρίως για γεωπολιτικούς λόγους,

αλλά η τωρινή δεν είχε προηγούμενο. Με τον πληθυσμό που τέθηκε σε μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων σε όλο τον πλανήτη να φτάνει στα 4 δισ. στις αρχές Μαΐου, η παγκόσμια κατανάλωση πετρελαίου έπεσε περισσότερο κατά 30%, ενώ οι τιμές, όχι μόνο κατρακύλησαν σε ιστορικά χαμηλά αλλά για πρώτη φορά στην ιστορία, έγιναν αρνητικές για τα προθεσμιακά συμβόλαια παράδοσης αμερικανικού αργού. Μάλιστα η τεράστια και απότομη ανισορροπία που προκλήθηκε στη ζήτηση, συνοδεύτηκε και από σοβαρά προβλήματα υπερπροσφοράς λόγω του πολέμου Ρωσίας/Σαουδικής Αραβίας, επιδεινώνοντας ακόμα περισσότερο την κατάσταση.

Ένα εκρηκτικό μίγμα που, έχοντας ως γενεσιουργό αιτία μια υγειονομική κρίση της οποίας η εξέλιξη παραμένει απρόβλεπτη, δημιουργεί ένα θολό τοπίο για την επόμενη μέρα. Πότε θα ανακάμψει η ζήτηση και όταν ανακάμψει θα επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα; Πώς θα εξελιχθούν οι τιμές και πώς θα επηρεασθούν οι στρατηγικές και οι επενδυτικές αποφάσεις των εταιρειών του κλάδου για τα επόμενα χρόνια;

Δύσκολο να προβλέψει κανείς, όταν ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας εκτιμά ότι η συνολική πτώση της διεθνούς ζήτησης ενέργειας το 2020 θα φτάσει το 6%, δηλαδή 7 φορές μεγαλύτερη από τη πτώση της ζήτησης στην οικονομική κρίση του 2008! Ένα νούμερο που θα είναι ακόμα χειρότερο για τις πιο αναπτυγμένες οικονομίες: 9% για ΗΠΑ και 11% για ΕΕ. Το μόνο που μπορεί να πει κανείς με σιγουριά είναι ότι το σύνολο του κλάδου της Ενέργειας μετά την κρίση, θα είναι πολύ διαφορετικό από ό,τι προ κρίσης.

Αξίζει ωστόσο να κρατήσουμε μερικά από τα χρήσιμα συμπεράσματα αυτού του διαστήματος, καθώς αναδείχθηκαν τόσο οι αδυναμίες όσο και τα δυνατά σημεία των κλάδων και των συστημάτων που είναι απαραίτητα στις κοινωνίες για να αντιμετωπίσουν και να ξεπεράσουν μια τέτοια κρίση.

Ο κλάδος διύλισης και καυσίμων στην Ευρώπη, παρόλο που υπήρξε ο πιο σφοδρά πληττόμενος από την κρίση από κάθε άλλο τομέα της Ενέργειας, απέδειξε την ανθεκτικότητά του και ανταποκρίθηκε στις ακραίες αυτές καταστάσεις με συνέπεια και επάρκεια. Τα διυλιστήρια στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη δεν διέκοψαν τη λειτουργία τους, αλλά συνέχισαν να λειτουργούν αδιάλειπτα παίρνοντας τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία των εργαζομένων τους και προσαρμόζοντας την παραγωγή και τη διανομή με βάση τις ανάγκες που διαμορφώθηκαν στην περίοδο της κρίσης. Διασφαλίσθηκαν έτσι οι ομαλές και απρόσκοπτες μετακινήσεις του ιατρικού προσωπικού και οι λοιπές μετακινήσεις πρώτης ανάγκης, η τροφοδοσία του ιατροφαρμακευτικού υλικού και εξοπλισμού, των τροφίμων και άλλων σημαντικών προϊόντων, απαραίτητων για την αντιμετώπιση της κρίσης. Όπως επίσης, εξασφαλίσθηκε και η ομαλή τροφοδοσία πρώτων υλών για τη χημική βιομηχανία, έναν κλάδο στον οποίο βασιζόμαστε για κρίσιμα υλικά όπως η παραγωγή μασκών, αντισηπτικών κλπ.

Η κρίση κατέδειξε ότι ο κλάδος των διυλιστηρίων ανήκει στις κρίσιμες υποδομές κάθε χώρας και της ΕΕ στο σύνολό της, και συνδέεται άρρηκτα με την ανθεκτικότητα της κοινωνίας και της οικονομίας σε τέτοιες περιόδους, καθώς η απρόσκοπτη λειτουργία τους είναι αυτή που εξασφαλίζει τη μετακίνηση ανθρώπων και κρίσιμων αγαθών σε γη, ουρανό και θάλασσα. Και αυτό θα συνεχίσει να ισχύει στις επόμενες δεκαετίες, καθώς τα υγρά καύσιμα θα συνεχίσουν να αποτελούν τη βασική πηγή ενέργειας για τις αεροπορικές, ναυτιλιακές και τις βαριές οδικές μεταφορές.

Κι αυτό δεν πρέπει να διαφύγει την προσοχή μας, ιδιαίτερα σήμερα, σε μια περίοδο που, πριν ξεσπάσει η κρίση, η Ευρώπη και η Πρόεδρος της ΕΕ Ursula Von der Layen έθεσε ως εμβληματικό στόχο της θητείας της, τη μετάβαση της ΕΕ στην Οικονομία μηδενικού άνθρακα ως το 2050, μέσα από την Πράσινη Συμφωνία. Σε αυτή την ενεργειακή μετάβαση ο κλάδος της διύλισης και των υγρών καυσίμων, έχει να παίξει έναν κρίσιμο και καθοριστικό ρόλο. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, ότι εδώ και δυο χρόνια, εργάζεται για τη διαμόρφωση του Οράματός του για το 2050, μέσω του οποίου θα μετασχηματισθεί, συμβάλλοντας στην επίτευξη των στόχων του Κλίματος.

Το ερώτημα είναι πώς όλα αυτά θα επηρεασθούν στη μετά-κρίση εποχή;

Η Ευρώπη φαίνεται πιο αποφασισμένη από ποτέ να προχωρήσει με δύναμη προς τα εμπρός, χωρίς συμβιβασμούς και πισωγυρίσματα, χωρίς καθυστερήσεις και αναβολές. Κάτι το οποίο έκανε σαφές και με το Πλάνο Ανάκαμψης που ανακοίνωσε αυτές τις μέρες.

Από τη μεριά της Διύλισης και των υγρών καυσίμων, ας μη ξεχνάμε ότι οι εταιρείες του κλάδου, είτε μεγάλες πολυεθνικές είτε περιφερειακές εταιρείες, βρίσκονταν πάντα στην αιχμή της τεχνολογίας, της βιομηχανικής καινοτομίας και της συνεχούς εξέλιξης, απασχολώντας προσωπικό υψηλής τεχνολογικής εξειδίκευσης, δραστηριοποιούμενες σε ένα ισχυρά ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον, έχοντας αναπτύξει σημαντικά ενεργειακά δίκτυα τροφοδοσίας και διαθέτοντας σημαντική επενδυτική ικανότητα.

Έτσι, καθώς η καινοτομία είναι στο DNA του κλάδου, όλες οι εταιρείες, έχουν ξεκινήσει εδώ και καιρό τον σχεδιασμό της πορείας τους προς τον Ενεργειακό μετασχηματισμό, όχι μόνο διαφοροποιώντας το χαρτοφυλάκιό τους με νέες δραστηριότητες, όπως οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, η ηλεκτροκίνηση, η αποθήκευση CO2, αλλά σχεδιάζοντας και τον μετασχηματισμό της κύριας δραστηριότητάς τους, της παραγωγής υγρών καυσίμων και προϊόντων. Ένας μετασχηματισμός που θα απαιτήσει υψηλές επενδύσεις και θα αφορά σε μεγάλες αλλαγές στη διαδικασία παραγωγής, με χρήση λιγότερης και καθαρότερης ενέργειας (πράσινο υδρογόνο, ηλεκτρισμό από ΑΠΕ), στη διαφοροποίηση των πρώτων υλών, όπου το αργό σταδιακά θα αντικαθίσταται από βιώσιμα βιοκαύσιμα, απόβλητα, πλαστικά, άλγη κλπ, και τελικά στην παραγωγή νέων προϊόντων χαμηλού αποτυπώματος άνθρακα, των νέων πράσινων καυσίμων. Στόχος του κλάδου, να συνεχίσει να παρέχει αξιόπιστη και προσιτή ενέργεια για τον καταναλωτή και τη βιομηχανία αλλά και να συμβάλει στην μείωση των εκπομπών CO2 σε μεγάλα κομμάτια της οικονομίας όπως οι αεροπορικές, οι ναυτιλιακές, και οι βαριές οδικές μεταφορές, τομείς που βασίζονται στα υγρά καύσιμα και δεν έχουν άλλη εναλλακτική τεχνολογία για να μειώσουν δραστικά το ανθρακικό τους αποτύπωμα. Το ίδιο ισχύει και για τη βιομηχανική αλυσίδα αξίας που βασίζεται σε πρώτες ύλες από τα διυλιστήρια, η οποία επίσης καλείται να μειώσει τις εκπομπές άνθρακα.

Ο δρόμος στα επόμενα χρόνια θα είναι συναρπαστικός, με μεγάλες αλλαγές και μεγάλες προκλήσεις σε όλο το φάσμα της οικονομίας και της καθημερινότητάς μας. Ο κλάδος της Ενέργειας όμως, είναι αυτός που θα οδηγήσει τη μετάβαση και θα αλλάξει ριζικά το τοπίο. Η Ευρώπη είναι αποφασισμένη. Το ίδιο αποφασισμένος είναι και ο κλάδος της Διύλισης και των υγρών καυσίμων για το μεγάλο μερίδιο ενέργειας που του αναλογεί. Η κρίση της πανδημίας ενίσχυσε τη βούληση και δίνει ώθηση για επίσπευση των στόχων. Και είναι βέβαιο ότι σε αυτή την οραματική πορεία, θα χρειαστεί συστράτευση όλων των δυνάμεων και όλων των τεχνολογιών σε όλο το φάσμα της ενέργειας.

*Λίγα λόγια για την κα. Λιάνα Γούτα, Διευθύντρια Ενεργειακής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του Ομίλου ΕΛΠΕ

Η Λιάνα Γούτα είναι Διευθύντρια Ενεργειακής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του Ομίλου ΕΛΠΕ και αν.μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Πετρελαϊκών Εταιρειών, με πολυετή εμπειρία σε θέματα Ενεργειακής και Βιομηχανικής Πολιτικής, Διαχείρισης Αλλαγών στα μεγάλα έργα Μετασχηματισμού του Ομίλου, Λειτουργίας και Σχεδιασμού Διεργασιών, Ανάπτυξης Προϊόντων, Βιομηχανικής Ασφάλειας και Περιβάλλοντος. Έχει εργασθεί επίσης ως κοινοβουλευτική σύμβουλος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε θέματα Ενέργειας, Περιβάλλοντος, Έρευνας και Βιομηχανίας, ενώ έχει ευρεία αρθρογραφία στα θέματα αυτά.