Πόσο θα μας κοστίσει ενεργειακά ο φετινός χειμώνας;
https://energypress.gr/news/poso-tha-mas-kostisei-energeiaka-o-fetinos-heimonas
Πόσο θα μας κοστίσει ενεργειακά ο φετινός χειμώνας;
Η ώρα του λογαριασμού θέρμανσης. Ο υδράργυρος έχει αρχίσει να υποχωρεί, η ζήτηση για θερμικές κιλοβατώρες που θα ζεστάνουν τις κατοικίες αυξάνεται και το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα συγκρατηθεί το κόστος. Ρεύμα; Φυσικό αέριο; Πετρέλαιο; Η εξίσωση έχει πολλούς αγνώστους και η λύση δεν είναι εύκολη. Η ίδια πηγή ενέργειας που μπορεί να τινάξει τον οικογενειακό προϋπολογισμό στον αέρα –π.χ. το ηλεκτρικό ρεύμα με ένα απλό ηλεκτρικό καλοριφέρ– μπορεί και να εξασφαλίσει τη φθηνότερη θέρμανση με μια σύγχρονη αντλία θερμότητας. Μέχρι και (σχεδόν) μηδενικό κόστος θέρμανσης μπορεί να εξασφαλίσει κάποιος, κάνοντας τις σωστές επιλογές και επενδύσεις.
Το σκηνικό αλλάζει συνεχώς. Τη μία εβδομάδα υποχωρεί το φυσικό αέριο κάτω από τα 100 ευρώ και την επόμενη φλερτάρει με τα 150 ευρώ. Τη μία η κάθε θερμική κιλοβατώρα φυσικού αερίου επιδοτείται με 9 λεπτά του ευρώ και την άλλη με 1,5 λεπτό. Τα ίδια και με το πετρέλαιο θέρμανσης, που σήμερα είναι 25 λεπτά φθηνότερο από τις αρχές Οκτωβρίου, χωρίς όμως ουδείς να μπορεί να γνωρίζει τι θα γίνει σε μερικές ημέρες από σήμερα. Πώς λοιπόν θα λάβει τη σωστή απόφαση ο καταναλωτής; Το αφιέρωμα που ακολουθεί καταγράφει όλα τα δεδομένα.
Προφανώς και υπάρχει πιθανότητα αλλαγής του σκηνικού. Όμως ορισμένα συμπεράσματα δεν θα αλλάξουν: τα απλά ηλεκτρικά καλοριφέρ είναι και θα παραμείνουν οι ακριβότερες πηγές θέρμανσης, ασύμφορες από κάθε άποψη, οι οποίες προσφέρονται μόνο για λύσεις ανάγκης. Η αλλαγή καυστήρα ώστε να χρησιμοποιηθεί πετρέλαιο αντί για φυσικό αέριο έχει αυξημένο κόστος και μάλλον δεν πρέπει κάποιος να το αναλάβει όταν δεν γνωρίζει τι ξημερώνει με τις τιμές της ενέργειας. Όσο για την επένδυση που θα καλύψει τις ανάγκες θέρμανσης με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, είναι σίγουρο ότι θα αποσβεστεί. Το ζήτημα είναι ο χρόνος της απόσβεσης και φυσικά το αν υπάρχουν οι διαθέσιμοι οικονομικοί πόροι.
Η αποτύπωση της σημερινής κατάστασης αναδεικνύει ως φθηνότερη λύση θέρμανσης την αντλία θερμότητας, που χρησιμοποιεί ρεύμα αλλά είναι εξαιρετικά αποδοτική επιλογή από πλευράς κατανάλωσης ενέργειας. Προς το παρόν, και λόγω των επιδοτήσεων, το πετρέλαιο θέρμανσης είναι πιο οικονομικό από το φυσικό αέριο, ενώ η θέρμανση με το τζάκι δεν ενδείκνυται, καθώς και η τιμή του ξύλου έχει ανέβει αισθητά. Αναλυτικά, ανά πηγή ενέργειας, η κατάσταση διαμορφώνεται ως εξής:
ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ ΘΕΡΜΑΝΣΗΣ
Στις αρχές Δεκεμβρίου, η μέση πανελλαδική τιμή του πετρελαίου θέρμανσης είχε διαμορφωθεί στο 1,17 ευρώ ανά λίτρο. Συγκριτικά με την έναρξη της φετινής χειμερινής σεζόν, καταγράφεται σημαντική μείωση, καθώς τον Οκτώβριο ένα λίτρο κόστιζε περίπου 1,42 ευρώ. Η χαμηλότερη τιμή λιανικής υποστηρίζεται από δύο επιδοτήσεις: την κρατική επιδότηση, που φτάνει στα 25 λεπτά το λίτρο και θα συνεχιστεί οπωσδήποτε μέχρι το τέλος του 2022 και πιθανότατα μέχρι το τέλος της χειμερινής σεζόν, στις 30 Απριλίου (η ακριβής ημερομηνία τερματισμού της επιδότησης θα ανακοινωθεί). Η δεύτερη επιδότηση δίνεται από τα διυλιστήρια και ανέρχεται για ολόκληρο τον Δεκέμβριο στα 3,375 λεπτά ανά λίτρο. Άρα, η τιμή λιανικής ήταν στις αρχές Δεκεμβρίου στο 1,17 ευρώ λόγω των επιδοτήσεων και χωρίς αυτές το λίτρο θα κόστιζε 1,46 ευρώ. Σημασία έχει ποια είναι η τελική τιμή σήμερα. Αυτή ανέρχεται στο 1,17 ευρώ ανά λίτρο, κάτι που σημαίνει ότι, αν γίνει η αναγωγή σε θερμικές κιλοβατώρες, το κόστος διαμορφώνεται περίπου στα 10-11 λεπτά τελική τιμή. Αυτή την τιμή κρατάμε προκειμένου να γίνεται σύγκριση με τις υπόλοιπες πηγές θέρμανσης.
→ ποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του πετρελαίου θέρμανσης πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους οι καταναλωτές;
1. Επειδή η προμήθεια για όλη τη σεζόν γίνεται συνήθως με δύο-τρεις αγορές (ανάλογα με τη χωρητικότητα της κάθε δεξαμενής), μεγάλο ρόλο παίζει η χρονική συγκυρία. Ποια θα είναι η κατάσταση στην αγορά τη στιγμή της προμήθειας; Προφανώς, αυτοί που έσπευσαν ή αναγκάστηκαν να αγοράσουν πετρέλαιο τον Οκτώβριο είναι χαμένοι συγκριτικά με αυτούς που έκαναν προμήθεια προς το τέλος Νοεμβρίου.
2. Όσοι χρησιμοποιούν το πετρέλαιο θέρμανσης είναι δικαιούχοι του επιδόματος αν πληρούν τα εισοδηματικά και άλλα κριτήρια. Μάλιστα, επειδή φέτος επελέγη η θέσπιση αντικινήτρων για το φυσικό αέριο, όσοι κάνουν για πρώτη φορά χρήση του επιδόματος θέρμανσης (ή όσοι στραφούν για πρώτη φορά στο πετρέλαιο) θα δικαιούνται και διπλάσιο επίδομα. Στις περιοχές με τις δυσμενέστερες καιρικές συνθήκες, το επίδομα μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 1.000 ευρώ.
3. H καύση πετρελαίου θέρμανσης θεωρείται πολύ αποδοτική μέθοδος άμεσης απόδοσης, αλλά και από τις πλέον ρυπογόνες.
4. Σε αντίθεση με το ρεύμα ή το φυσικό αέριο, όπου η κατανάλωση μετριέται με ακρίβεια, στο πετρέλαιο θέρμανσης υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος της ελλιπούς παράδοσης. Ειδικά φέτος που οι τιμές είναι ψηλά, το κίνητρο της ατασθαλίας είναι και πολύ ισχυρό.
ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ
Το φυσικό αέριο αποτέλεσε για χρόνια την αξιόπιστη λύση θέρμανσης που ενσωμάτωνε όλα τα πλεονεκτήματα του πετρελαίου (μεγάλη απόδοση) με την πολύ χαμηλότερη τιμή αλλά και τη μικρότερη περιβαλλοντική επίπτωση. Γι’ αυτό και στράφηκαν σε αυτό περισσότερα από 700.000 νοικοκυριά, αριθμός μεγάλος αν αναλογιστεί κανείς και το γεγονός ότι οι αγωγοί δεν καλύπτουν ούτε καν το σύνολο των μεγάλων αστικών κέντρων. Από το τέλος του 2021 και ειδικά μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον περασμένο Φεβρουάριο, το σκηνικό άλλαξε δραστικά προς το χειρότερο. Αποκαλυπτική είναι μια αναδρομή στον χρόνο, προκειμένου να αποτυπωθεί η πορεία της τιμής: Τον Φεβρουάριο του 2021, με τα νοικοκυριά να περνούν πολλές ώρες στο σπίτι λόγω πανδημίας, η τιμή της κιλοβατώρας του φυσικού αερίου έφτανε στα 5 λεπτά, όταν η αναλογία του πετρελαίου θέρμανσης ήταν στα 8 λεπτά. Κερδισμένα λοιπόν τα νοικοκυριά που κατανάλωναν φυσικό αέριο. Τον Φεβρουάριο του 2022, το σκηνικό άλλαξε: μία κιλοβατώρα φυσικού αερίου έφτασε στα 12 λεπτά και η τιμή ξεπέρασε την αντίστοιχη του πετρελαίου. Ο Σεπτέμβριος και ο Οκτώβριος του 2022 ήταν εφιαλτικοί: στα 27 λεπτά το κόστος μιας κιλοβατώρας για τον Σεπτέμβριο (ευτυχώς για τα νοικοκυριά δεν υπήρχε κατανάλωση λόγω θέρους), ενώ και για τον Οκτώβριο η χρέωση είχε ξεπεράσει τα 20 λεπτά. Τον Νοέμβριο, η τιμή υποχώρησε στα 13,7 λεπτά χάρη στη γενναία επιδότηση των 9 λεπτών ανά κιλοβατώρα που έκανε η ΔΕΠΑ. Και ο τρέχων μήνας φέρνει το αέριο στην περιοχή των 12-13 λεπτών, καθώς, παρά την αποκλιμάκωση της τιμής, μειώθηκε αισθητά και η επιδότηση (στο 1,5 λεπτό ανά κιλοβατώρα). Συμπέρασμα: Το φυσικό αέριο απέκτησε λόγω της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου στην Ουκρανία ένα μεγάλο μειονέκτημα: την αστάθεια των τιμών. Χρειάζονται μόνο λίγα 24ωρα για να καταγραφεί άνοδος ή πτώση της τάξεως του 50%, ενώ όλη η Ευρώπη έχει στο βάθος του μυαλού της και το θέμα της επάρκειας.
→ ποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του φυσικού αερίου πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους οι καταναλωτές;
1. Τα νοικοκυριά είναι εκτεθειμένα στις απότομες μεταβολές των τιμών. Δεν είναι όπως με το πετρέλαιο θέρμανσης, που γίνεται η αγορά και κλειδώνει η τιμή για τον μισό χειμώνα. Στο φυσικό αέριο εκδίδεται λογαριασμός κάθε μήνα, ο οποίος μπορεί να ενσωματώνει πότε την άνοδο και πότε την πτώση. Αυτό το ζήτημα ανέκυψε τον τελευταίο ενάμιση χρόνο εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης και δεν υπήρχε στο παρελθόν. Αν δει κανείς τα στοιχεία πριν από το 2021, θα διαπιστώσει ότι μία κιλοβατώρα φυσικού αερίου κόστιζε σταθερά 3-4 λεπτά, εξασφαλίζοντας έκπτωση άνω του 50% σε σχέση με το πετρέλαιο θέρμανσης.
2. Η τιμή του φυσικού αερίου εξαρτάται και από την επιδοματική πολιτική. Το τελευταίο διάστημα το βάρος έχει αναλάβει η ΔΕΠΑ, η οποία προσαρμόζει το ύψος της επιδότησης στη χρηματιστηριακή τιμή του φυσικού αερίου. Ατύπως, επιχειρείται η λιανική να συγκρατείται προς το παρόν στα 11-13 λεπτά ανά κιλοβατώρα.
3. Η χρήση του φυσικού αερίου προϋποθέτει σημαντικές επεμβάσεις στο ακίνητο (σωληνώσεις, αλλαγή καυστήρα κ.λπ.), οπότε η… επιστροφή για όσους ήδη έχουν κάνει την εγκατάσταση δεν είναι εύκολη.
4. Παρά την κρίση της περιόδου, το φυσικό αέριο αντιμετωπίζεται ως το βασικό «μεταβατικό» καύσιμο που θα μας φέρει στην περίοδο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Γι’ αυτό και δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως… τελειωμένη πηγή θέρμανσης. Όταν τελειώσει ο πόλεμος, η κατάσταση μπορεί να αλλάξει άρδην προς το καλύτερο. ➔
ΗΛΕΚΤΡΙΚΟ ΡΕΥΜΑ
Όλοι οι καταναλωτές αναγκάστηκαν να μάθουν τον τελευταίο ενάμιση χρόνο ότι το ηλεκτρικό ρεύμα αποτελεί ουσιαστικά χρηματιστηριακό προϊόν και ότι η τιμή του αλλάζει καθημερινά ανάλογα με τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, την τιμή του φυσικού αερίου αλλά και τις ικανότητες παραγωγής ρεύματος από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Και για να αποκτήσουν αυτή τη γνώση, τα νοικοκυριά χρειάστηκε να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη. Από εκεί που πληρώναμε –πριν από την κρίση– περίπου 6 έως 11 λεπτά του ευρώ για μία κιλοβατώρα ηλεκτρικού ρεύματος, φτάσαμε στο σημείο να είμαστε ικανοποιημένοι πληρώνοντας 16-20 λεπτά, και αυτό χάρη στις γενναίες επιδοτήσεις που προσφέρει το κράτος αξιοποιώντας και πόρους που εισπράττει από τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας.
Από τον Μάιο του 2021 και μετά, καταγράφηκαν μεγάλες διακυμάνσεις στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος. Οι καταναλωτές εξοικειώθηκαν με την έννοια της «ρήτρας αναπροσαρμογής», η οποία κάθε μήνα επιφύλασσε και μια δυσάρεστη έκπληξη, άλλοτε μικρή και άλλοτε μεγάλη. Από το καλοκαίρι του 2022 και μετά, η εικόνα στην αγορά έχει ομαλοποιηθεί. Όχι ότι σταμάτησαν τα σκαμπανεβάσματα στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος. Απλώς λειτουργεί ένας μηνιαίος μηχανισμός επιδοτήσεων –άλλοτε μικρότερων και άλλοτε μεγαλύτερων–, ο οποίος εξασφαλίζει ότι οι τιμές λιανικής δεν θα ξεπερνούν τα 16 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Άρα, όσο παραμένει σε ισχύ αυτός ο μηχανισμός –και θα παραμείνει τουλάχιστον μέχρι τον Αύγουστο του 2023–, ο καταναλωτής θα γνωρίζει πάνω κάτω πόσα θα πληρώνει για το ηλεκτρικό ρεύμα. Βέβαια, τα 16 λεπτά δεν είναι η τελική τιμή. Πάνω σε αυτήν προστίθενται οι λεγόμενες «μη ανταγωνιστικές χρεώσεις» (τα χρήματα που εισπράττει ο ΔΕΔΔΗΕ, ο ΑΔΜΗΕ κ.λπ.) αλλά και οι φόροι (ΦΠΑ και ειδικός φόρος κατανάλωσης), οπότε η τελική τιμή λιανικής ανεβαίνει περίπου στα 24-25 λεπτά. Μπορεί να είναι και ακόμη υψηλότερη η τιμή αν η κατανάλωση ξεφύγει, καθώς μέσα στην κρίση μπήκε και κάτι άλλο στη ζωή μας: η κλιμακωτή χρέωση και η κλιμακωτή επιδότηση. Πολλοί πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας επιβαρύνουν όσους καταναλώνουν πάνω από 500 κιλοβατώρες τον μήνα, ενώ αντίστοιχα περικόπτεται και η κρατική επιδότηση. Η τιμή είναι χαμηλότερη για όσους καταναλώνουν κάτω από 500 κιλοβατώρες, ακριβαίνει για όσους πηγαίνουν έως και τις 1.000 κιλοβατώρες τον μήνα και γίνεται πάρα πολύ ακριβή για τις 1.000 κιλοβατώρες και πάνω.
Αντίστοιχα, έχει εισαχθεί και κίνητρο εξοικονόμησης ενέργειας: μείον πέντε λεπτά στην κιλοβατώρα για όσους μειώσουν την κατανάλωση κατά 15% σε σχέση με πέρυσι.
Η τελική τιμή της κιλοβατώρας –προφανώς πολύ ακριβότερη εκ πρώτης όψεως σε σχέση με την αντίστοιχη του φυσικού αερίου ή του πετρελαίου– δεν είναι η μοναδική παράμετρος με την οποία θα πρέπει να γίνει η σύγκριση του ηλεκτρικού ρεύματος ως πηγής θέρμανσης. Καθοριστικό ρόλο παίζει η συσκευή που θα παράγει τη θέρμανση και μάλιστα μπορεί να ισχύει ταυτόχρονα το εξής εντυπωσιακό: με τη μία συσκευή το ηλεκτρικό ρεύμα να αναδεικνύεται στην πιο ακριβή πηγή θέρμανσης (και ταυτόχρονα τεράστια παγίδα για το νοικοκυριό) και με την άλλη συσκευή να εξασφαλίζει το χαμηλότερο κόστος. Επίσης, μόνο το ρεύμα μπορεί να μετατρέψει –με ένα φωτοβολταϊκό– το νοικοκυριό σε «παραγωγό» και να εξασφαλίσει σχεδόν μηδενικό κόστος και για τη θέρμανση, και για την ψύξη, αλλά και για το ζεστό νερό χρήσης.
Όλα εξαρτώνται από την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος που κάνει η κάθε συσκευή. Το ηλεκτρικό καλοριφέρ, το αερόθερμο κ.λπ. χρειάζονται μία κιλοβατώρα ηλεκτρικής ενέργειας για να παραγάγουν μία θερμική κιλοβατώρα. Άρα, μία ώρα χρήσης μπορεί να κοστίζει 25-27 λεπτά. Αν πάλι χρησιμοποιηθεί ένα κλιματιστικό inverter, η ώρα χρήσης μπορεί να κοστίζει το ένα δεύτερο ή το ένα τρίτο, δηλαδή 8 έως 12-13 λεπτά. Και αν η θέρμανση παραχθεί από μια σύγχρονη (πλην όμως ακριβή) αντλία θερμότητας, η τιμή μπορεί να πέσει στο ένα τέταρτο, δηλαδή ακόμη και στα 6-7 λεπτά. Καμία άλλη πηγή θέρμανσης δεν ρίχνει το κόστος σε τόσο χαμηλά επίπεδα.
→ ποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ηλεκτρικού ρεύματος πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους οι καταναλωτές;
1. Η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος διατηρείται σταθερή στα σημερινά επίπεδα των 25-27 λεπτών ανά κιλοβατώρα, εξαιτίας του μόνιμου μηχανισμού στήριξης. Χωρίς αυτόν, θα είχαμε εκτίναξη ακόμη και πάνω από τα 40-45 λεπτά. Προς το παρόν, είναι διασφαλισμένο ότι ο μηχανισμός θα παραμείνει ενεργός μέχρι και το καλοκαίρι.
2. Τους τελευταίους μήνες, ο ανταγωνισμός μεταξύ των παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας φαίνεται να λειτουργεί. Στα τιμολόγια του Δεκεμβρίου εμφανίστηκαν μεγάλες διαφοροποιήσεις, με την τιμή μιας κιλοβατώρας (μόνο το αντίτιμο του παρόχου χωρίς τις λοιπές χρεώσεις) να κυμαίνεται από 7 έως και 16 λεπτά. Ειδικά λόγω των συνθηκών, οι καταναλωτές έχουν τη δυνατότητα να αλλάζουν πάροχο χωρίς επιβαρύνσεις, ακριβώς για να μπορούν να αναζητήσουν την οικονομικότερη τιμή. Ούτε και αυτό όμως μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο, καθώς η κατάσταση αλλάζει από μήνα σε μήνα.
3. Το ηλεκτρικό ρεύμα μπορεί να προκαλέσει τεράστια οικονομική ζημιά στο νοικοκυριό αν χρησιμοποιηθεί η λάθος συσκευή και πολύ μεγάλο όφελος αν χρησιμοποιηθεί η σωστή. Γι’ αυτό και η χρήση του στη θέρμανση προϋποθέτει πολύ καλή γνώση των προδιαγραφών λειτουργίας της συσκευής που θα παράγει τη θερμότητα.
ΞΥΛΑ
Μπορεί τα βλέμματα να έχουν στραφεί στην εξέλιξη των τιμών του φυσικού αερίου, του ρεύματος ή του πετρελαίου, όμως και στα ξύλα οι ανατιμήσεις μέσα στο τελευταίο 12μηνο είναι πολύ μεγάλες. Ένα κυβικό έχει φτάσει να πωλείται προς 170-180 ευρώ, ενώ ένας τόνος ξύλα (ανάλογα βέβαια και με το είδος) μπορεί να πωλείται ακόμη και πάνω από 300 ευρώ. Κάνοντας την αναγωγή σε κόστος ανά θερμική κιλοβατώρα, προκύπτει ποσό της τάξεως των 25 λεπτών αν η καύση γίνεται σε τζάκι ανοιχτού τύπου. Είναι λοιπόν προφανές ότι για φέτος –και με δεδομένες τις ανατιμήσεις σε σχέση με πέρυσι, οι οποίες ξεπερνούν το 20-30%– η καύση ξύλου σε τζάκι ανοιχτού τύπου (ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του οποίου είναι οι μεγάλες απώλειες θερμότητας, με αποτέλεσμα η απόδοσή του να διαμορφώνεται στο 20-25% έναντι 90-95% του καυστήρα πετρελαίου) είναι από τις ακριβότερες πηγές θέρμανσης. Όπως και στο ηλεκτρικό ρεύμα, έτσι και στο ξύλο, η συσκευή που χρησιμοποιείται για την καύση παίζει καθοριστικό ρόλο. Για το ανοιχτού τύπου τζάκι, το πρόβλημα προαναφέρθηκε: χαμηλή απόδοση και αύξηση του οικονομικού κόστους. Το ενεργειακό τζάκι, από την άλλη, έχει πολύ μεγαλύτερη απόδοση, που ξεπερνά το 50-60%. Φυσικά το κόστος εγκατάστασης είναι πολύ υψηλότερο. Όμως, η τιμή της κιλοβατώρας πέφτει αισθητά ακόμη και στα 12-13 λεπτά, δηλαδή στα επίπεδα του πετρελαίου θέρμανσης και του φυσικού αερίου.
→ ποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ξύλου πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους οι καταναλωτές;
1. Το τζάκι συνήθως καλύπτει τις ανάγκες θέρμανσης ενός μεμονωμένου χώρου. Μπορεί να αποτελέσει λύση για ολόκληρο το σπίτι, αλλά πρέπει να γίνει η σχετική εγκατάσταση (κανάλια για τη μεταφορά της θέρμανσης που παράγεται από την καύση). Τζάκια συνδέονται μέχρι και με τα καλοριφέρ, παίζοντας τον ρόλο του καυστήρα και θερμαίνοντας το νερό που κυκλοφορεί μέσω των ανάλογων σωληνώσεων.
2. Για την αγορά ξύλων μπορεί να δοθεί επίδομα θέρμανσης, αλλά μόνο σε περιοχές με συγκεκριμένο πληθυσμιακό κριτήριο. Εννοείται ότι πρέπει να πληρούνται τα εισοδηματικά κριτήρια.
3. Όπως σε όλες τις πηγές θέρμανσης, έτσι και στο ξύλο όλα είναι θέμα τιμής. Για τα χωριά στα οποία οι κάτοικοι εξασφαλίζουν τα ξύλα της χρονιάς από το δασαρχείο χωρίς πολλά έξοδα, προφανώς το τελικό κόστος πέφτει πολύ χαμηλότερα από τα 25 λεπτά ανά θερμική κιλοβατώρα.
(του Θάνου Τσίρου, Καθημερινή)