ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ

Πώς ο Μπόρις βρέθηκε χωρίς βενζίνη για το ρεζερβουάρ του

Πώς ο Μπόρις βρέθηκε χωρίς βενζίνη για το ρεζερβουάρ του

Δεν είναι καλό σημάδι όταν υπουργοί μιας κυβέρνησης φωνάζουν στο Twitter: “ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΛΛΕΙΨΗ ΚΑΥΣΙΜΩΝ”. Είναι σαν να λέει κανείς στους ανθρώπους “Μην φαντάζεστε ότι υπάρχει ένας ελέφαντας στο δωμάτιο”.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν μένουν και πολλά για τη φαντασία. Το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται σε πανικό όσον αφορά τα καύσιμα. Σύμφωνα με πληροφορίες, έως και το 90% των αντλιών των πρατηρίων σε μεγάλες βρετανικές πόλεις έχουν “στεγνώσει” και ο βρετανικός στρατός βρίσκεται σε εγρήγορση ώστε, εάν χρειαστεί, να αναλάβει να οδηγήσει φορτηγά για τη μεταφορά καυσίμων.

Η εφαρμογή του νόμου περί ανταγωνισμού στη χώρα (ο οποίος προστατεύει τους καταναλωτές από ληστρικά υψηλές τιμές) έχει ανασταλεί, έτσι ώστε οι παραδόσεις καυσίμων να μπορούν να γίνονται συντονισμένα για την κάλυψη της ζήτησης και η κυβέρνηση βρίσκεται σε συζητήσεις προκειμένου να αποτρέψει την κατάρρευση του δεύτερου μεγαλύτερου διυλιστηρίου πετρελαίου της χώρας (Stanlow).

Πανικός και τεστ ικανοτήτων

Ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο τεστ ικανoτήτων του μετά το Brexit και τον Covid. Για να το περάσει, θα απαιτηθούν περισσότερα από τις βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα διορθώσεις οι οποίες έχουν συζητηθεί μέχρι στιγμής.

Η έλλειψη καυσίμων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην έλλειψη οδηγών μεγάλων οχημάτων. Το γεγονός αυτό, καθώς και οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου, επιτείνουν άλλα προβλήματα της αλυσίδας εφοδιασμού και προκαλούν μαζικές αγορές πανικού από τους καταναλωτές. Αυτό, με τη σειρά του, οδηγεί ήδη σε υψηλότερες τιμές τροφίμων, μια τάση που είναι πιθανό να συνεχιστεί στην πορεία μέχρι τις γιορτές των Χριστουγέννων.

Οι άνθρωποι αναρωτιούνται πότε θα αρχίσουν να εκλείπουν τα απαραίτητα. Εξ ου και οι ουρές στα καταστήματα για εμφιαλωμένο νερό και άλλα είδη πρώτης ανάγκης.

Πώς ο Μπόρις βρέθηκε χωρίς βενζίνη για το ρεζερβουάρ του

Οι τιμές των τροφίμων έχουν πάρει την ανιούσα…

Ορισμένοι Βρετανοί κρατικοί αξιωματούχοι κατηγόρησαν τους πανικόβλητους καταναλωτές και επιχειρηματικές ενώσεις για καταστροφολογία εν όψει ενός προσωρινού ζητήματος. Ποτέ ωστόσο δεν είναι καλή ιδέα να κατηγορεί κανείς τους ψηφοφόρους. Οι καταναλωτές είναι απλά ορθολογικοί και οι επιχειρήσεις μιλούν για έλλειψη εργατικού δυναμικού στον κλάδο εδώ και αρκετό καιρό.

Φταίει το Brexit;

Οι επικριτές της κυβέρνησης έσπευσαν να κατηγορήσουν το Brexit. Το ίδιο έκανε και ο άνθρωπος που πιθανόν να αντικαταστήσει την Άνγκελα Μέρκελ ως ηγέτης της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης. “Η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων είναι μέρος του οικοδομήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης”, δήλωσε τη Δευτέρα ο Ολαφ Σολτς, ηγέτης του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας (SPD). “Δουλέψαμε πολύ σκληρά για να πείσουμε τους Βρετανούς να μην εγκαταλείψουν την ένωση. Aποφάσισαν ωστόσο διαφορετικά και ελπίζω ότι θα μπορέσουν να διαχειριστούν τα προβλήματα που προκύπτουν από αυτό”.

Αφήνοντας στην άκρη μια μικρή χαιρεκακία, ο Σολτς υπερβάλλει σχετικά με το φαινόμενο του Brexit σε αυτή την περίπτωση. Ναι, η αποχώρηση από την ΕΕ ενίσχυσε τα προβλήματα της αλυσίδας εφοδιασμού. Οι καθυστερήσεις στα λιμάνια του Ηνωμένου Βασιλείου οι οποίες προκαλούνται από τις νέες κανονιστικές συνθήκες που δημιούργησαν ο Covid και το Brexit έχουν μειώσει τον αριθμό των οδηγών οι οποίοι είναι πρόθυμοι να έρθουν στη χώρα.

Πριν από μια εβδομάδα, η βρετανική κυβέρνηση συμφώνησε να παράσχει υποστήριξη σε μια ιδιωτική αμερικανική εταιρεία λιπασμάτων, η οποία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής διοξειδίου του άνθρακα στο Ην. Βασίλειο, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η έλλειψη του τελευταίου. Η βρετανική επαρχία της Βόρειας Ιρλανδίας, η οποία αποτελεί ντε φάκτο μέρος της ενιαίας αγοράς αγαθών της ΕΕ, είναι σε θέση να εισάγει πιο εύκολα CO2 από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το πρόβλημα με τους οδηγούς είναι ευρύτερο

Ωστόσο, οι ελλείψεις εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού στις μεταφορές αποτελούν πρόβλημα εδώ και αρκετό καιρό. Και παρόλο που ένας ένοχος ήταν πράγματι η μείωση των καθαρών επιπέδων μετανάστευσης από τις χώρες της ΕΕ (ενώ και πολλοί οδηγοί εγκατέλειψαν το Ηνωμένο Βασίλειο κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid), υπάρχουν επίσης και άλλα μεγάλα ζητήματα.

Αυτά περιλαμβάνουν τη γήρανση του εργατικού δυναμικού, τη χαμηλή ανεργία και τις δυσκολίες στην προσέλκυση νέων υποψηφίων σε ένα επάγγελμα όπου η εργασία είναι επίπονη και μερικές φορές επικίνδυνη. Η μέση ηλικία ενός οδηγού βαρέων οχημάτων είναι σήμερα τα 55 χρόνια, με λιγότερο από 1% κάτω των 25 ετών, λέει ο κύριος φορέας του κλάδου.

Η Ευρώπη αντιμετωπίζει κι εκείνη τις δικές της ελλείψεις οδηγών. Τα στοιχεία του 2020 έδειξαν ότι η Γερμανία παρουσιάζει έλλειψη 45.000 έως 65.000 οδηγών και η Πολωνία 124.000 οδηγών. Η βασική διαφορά με το Ηνωμένο Βασίλειο, όμως, είναι ότι αυτό δεν έχει οδηγήσει σε εξάντληση καυσίμων στα βενζινάδικα – η κινητικότητα στην αγορά εργασίας μεταξύ των χωρών της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς σίγουρα έχει βοηθήσει σ’ αυτό.

δφγδγ

Έλλειψη οδηγών

Μέχρι στιγμής, η απάντηση της βρετανικής κυβέρνησης στις ελλείψεις καυσίμων συνίσταται σε αρνήσεις και μικροδιορθώσεις, καθώς και πανηγυρισμούς για τις αυξήσεις των μισθών στον κλάδο, οι οποίες παρουσιάζονται ως μέρισμα του Brexit. Οι αυξήσεις μισθών μπορεί να είναι ευπρόσδεκτες, ωστόσο είναι απίθανο να αποδειχθούν αρκετές για να αναπληρώσουν την προσφορά οδηγών. Τα σχέδια έκδοσης τρίμηνης βίζας για έως και 5.000 οδηγούς από την ΕΕ προϋποθέτουν ότι οι άνθρωποι θα θελήσουν πραγματικά να επιστρέψουν σε χειρότερες συνθήκες εργασίας σε σχέση με εκείνες στην ηπειρωτική Ευρώπη – και μάλιστα για τόσο σύντομο χρόνο. Κάτι τέτοιο είναι κάθε άλλο παρά βέβαιο.

Άλλες προτάσεις – όπως η χαλάρωση των κανόνων των εξετάσεων για τους οδηγούς και η παράταση των ωρών επιτρεπόμενης οδήγησης – μπορεί να αντικαταστήσουν ένα πρόβλημα με ένα άλλο. Η Βρετανία έχει από τους πιο σκληρούς κανόνες χορήγησης άδειας οδήγησης οπουδήποτε στον κόσμο κι αυτό αποδίδει σε μεγαλύτερη οδική ασφάλεια. Το να επιτρέπεται στους οδηγούς να παραμένουν πίσω από το τιμόνι για 11 ώρες την ημέρα ακούγεται μη ασφαλές (μια άποψη που μπορεί να υιοθετήσουν και οι ασφαλιστικές εταιρείες). Αν και το βρετανικό Υπουργείο Άμυνας φαίνεται να βοηθά στην εκπαίδευση περισσότερων οδηγών, θα χρειαστεί κάποιος χρόνος για να καλυφθεί το κενό.

Μακροπρόθεσμες λύσεις

Δεν υπάρχουν εύκολες μέθοδοι διόρθωσης του προβλήματος, ωστόσο η κυβέρνηση πρέπει να εξετάσει μακροπρόθεσμες λύσεις. Στο παρελθόν υπήρξαν εκκλήσεις για επέκταση προγραμμάτων κατάρτισης ώστε να συμπεριληφθούν σε αυτά και οδηγοί μεγάλων οχημάτων. Η βιομηχανία εφοδιαστικής ζήτησε επίσης επέκταση του Εθνικού Ταμείου Δεξιοτήτων, μιας πρωτοβουλίας που θα βοηθά ενήλικες να επανεκπαιδεύονται για νέες επαγγελματικές σταδιοδρομίες, ώστε να συμπεριλαμβάνει και προσόντα οδηγών βαρέων φορτηγών.

Εκτός από αυτά, η κυβέρνηση θα μπορούσε επίσης, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, να χορηγήσει δάνεια για εκπαίδευση οδηγών, η οποία κοστίζει τουλάχιστον 4.000 βρετανικές λίρες (5.483 δολάρια), τα οποία να είναι αποπληρωτέα μέσω εισοδήματος μετά την εύρεση απασχόλησης.

Σίγουρα υπάρχει ανάγκη να καταστεί το επάγγελμα του οδηγού πιο ελκυστικό ως καριέρα βελτιώνοντας τις εγκαταστάσεις (όπως έχει πράξει η Ευρώπη) και τις συνθήκες για τους οδηγούς. Η κυβέρνηση θα μπορούσε επίσης να χαλαρώσει τους περιορισμούς ενδομεταφορών προς αύξηση της αποδοτικότητας και προς εξοικονόμηση καυσίμων. Φυσικά, ορισμένο μέρος του αυξημένου κόστους για τις εταιρείες μεταφοράς εμπορευμάτων θα μετακυληθεί αναπόφευκτα στους καταναλωτές.

Μέχρι στιγμής, η άνοδος των τιμών της ενέργειας και το ζήτημα με τα καύσιμα δεν φαίνεται να επηρεάζει τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων. Με το Εργατικό Κόμμα να είναι απασχολημένο με την αλλαγή του καταστατικού του, με την ανάλυση της διακήρυξης 12.000 λέξεων του ηγέτη του, Κιρ Στάρμερ και με τη διχογνωμία για την κάπως “παρδαλή” γλώσσα του αναπληρωτή αρχηγού του στην περιγραφή της κυβέρνησης, ο Μπόρις Τζόνσον δεν ανησυχεί ακόμη ιδιαίτερα.

Τα πράγματα, ωστόσο, θα μπορούσαν να αλλάξουν ταχύτατα. Κατά τη διάρκεια της έλλειψης καυσίμων το 2000, η ​​κυβέρνηση των Εργατικών υπό τον Τόνι Μπλερ είδε τη δημοτικότητά της να πέφτει χαμηλότερη από εκείνη των Συντηρητικών.

Εκείνη η κρίση πέρασε γρήγορα. Εάν η τρέχουσα κρατήσει περισσότερο, ο κίνδυνος δεν είναι μόνο ότι η κοινή γνώμη θα “ξινίσει”. Θα μπορούσε επίσης να υπονομεύσει τα σχέδια του Τζόνσον για αναδιάταξη της οικονομίας και την προσπάθειά του για την απαλλαγή από τον άνθρακα – και τα δύο θα απαιτήσουν περισσότερα από τους φορολογούμενους. Αντί να υποβαθμίζει το πρόβλημα και να κατηγορεί τους καταναλωτές, θα ήταν πολύ καλύτερα να αντιμετωπίσει τον “ελέφαντα στο δωμάτιο”.

(Bloomberg Opinion, capital.gr)