Διχασμένη είναι η διεθνής αγορά Ο καιρός θα κρίνει τα 90 ή τα 50 δολάρια
energypress.gr
Διχασμένη είναι η διεθνής αγορά για το που θα «κάτσει η μπίλια» στο πετρέλαιο καθώς η τιμή ακολουθεί μεν ανοδική πορεία αλλά όπως σημειώνουν ένας ήπιος ή ένας ιδιαίτερα ψυχρός χειμώνας μπορεί να κάνει τη μεγάλη διαφορά.
Η τιμή του Brent έχει σημειώσει άνοδο 9% αυτόν τον μήνα ενώ ο ΟΠΕΚ+ προέβλεψε ότι η ζήτηση για τα προϊόντα του επόμενου έτους θα ξεπεράσει ελαφρώς τα επίπεδα του 2019. Οι οικονομίες ανακάμπτουν από τους κραδασμούς της πανδημίας Covid-19 χάρη στα αυξανόμενα ποσοστά εμβολιασμού, τη θερινή περίοδο και την μερική άρση των περιοριστικών μέτρων τα οποία έδωσαν ώθηση στις μεταφορές και την τουριστική βιομηχανία.
Ο περιορισμός των αποθεμάτων ως αποτέλεσμα των υποεπενδύσεων, των ακραίων καιρικών συνθηκών και της πολιτικής του ΟΠΕΚ+ τείνει να δημιουργήσει ασφυξία στην αγορά. Η αμερικανική παραγωγή περιορίστηκε περαιτέρω λόγω ζημιών από τον τυφώνα Άιντα, ενώ η έλλειψη φυσικού αερίου στην Ευρώπη έχει αυξήσει τις προσδοκίες για άνοδο της ζήτησης πετρελαίου.
Τέτοιοι παράγοντες παραδοσιακά οδηγούν σε εκτιμήσεις για ανοδικό ράλι των τιμών βραχυπρόθεσμα. «Το τρέχον παγκόσμιο έλλειμμα είναι μεγαλύτερο από ό, τι περιμέναμε», σχολίασε η Goldman Sachs σε σχετικό σημείωμα, το οποίο προβλέπει ότι το Brent θα μπορούσε να φθάσει τα 90 δολάρια το βαρέλι μέχρι το τέλος του έτους. Φυσικά, μια τέτοια άνοδος παραδοσιακά ενθαρρύνει τις νέες επενδύσεις στον κλάδο αλλά αποτελεί αρνητική εξέλιξη για την υπόλοιπη βιομηχανία και τους καταναλωτές. Οι αναλυτές έχουν προειδοποιήσει ότι η συνεχιζόμενη άνοδος των τιμών του πετρελαίου θα μπορούσε να πυροδοτήσει φόβους για αύξηση του πληθωρισμού και να ωθήσει τις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκια. Μια τέτοια εξέλιξη είναι πιθανό να καταστήσει τα χρηματιστήρια ευάλωτα καθώς οι εταιρείες και τα νοικοκυριά μειώνουν τις δαπάνες.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και η Τράπεζα της Αγγλίας προχώρησαν την περασμένη εβδομάδα σε κινήσεις προς την ενίσχυση της νομισματικής πολιτικής, ενώ η κεντρική τράπεζα της Νορβηγίας έγινε η πρώτη από την ομάδα των προηγμένων οικονομιών του G10 που αύξησε τα επιτόκια στην εποχή της πανδημίας.
Καθώς τα περιθώρια ελιγμών για αύξηση των προμηθειών είναι πολύ περιορισμένα για τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής όσο πλησιάζει ο χειμώνας, η μόνη ελπίδα για τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και τις κυβερνήσεις είναι οι ήπιες θερμοκρασίες. Με βάση αυτό το δεδομένο, ο καιρός δείχνει να είναι η λυδία λίθος που θα κρίνει την πορεία της ζήτησης (και την πορεία της παραγωγής όπως αποδείχθηκε από τους πρόσφατους τυφώνες) και κατ’ επέκταση την πορεία των τιμών.
Αν ο καιρός είναι αρκετά ψυχρός θα οδηγήσει σε αύξηση της ζήτησης για φυσικό αέριο. Η έλλειψη φυσικού αερίου θα στρέψει τους καταναλωτές στην εναλλακτική του πετρελαίου κάτι που θα μειώσει και τα αποθέματα για το λεγόμενο καύσιμο-γέφυρα στο οποίο στρέφονται τα κράτη στο πλαίσιο της απανθρακοποίησης.
Η άλλη όψη του νομίσματος
Ωστόσο, κάποιοι από την Wall Street προειδοποιούν τους επενδυτές να μην βιαστούν να πανηγυρίσουν. Σε ένα πρόσφατο tweet, ο Mike McGlone, αναλυτής στο Bloomberg Intelligence, υποστηρίζει ότι πολλά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του αργού πετρελαίου, μπορεί να έχουν φθάσει τώρα στα ύψη αλλά θα μπορούσαν να σημειώσουν απότομη πτώση.
Ο McGlone σημειώνει ότι τα βασικά προϊόντα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις μετοχές που καταγράφουν άνοδο και αναφέρει ότι είναι απαραίτητο ένα stress test στο χρηματιστήριο για να προσδιοριστεί ποια προϊόντα είναι πιο πιθανό να διατηρήσουν υψηλότερες τιμές και ποια θα ακολουθήσουν καθοδική πορεία. Όπως εκτιμά, το πετρέλαιο, ο χαλκός, το καλαμπόκι και η ξυλεία ανήκουν στην τελευταία κατηγορία. Aλλά υπάρχει ακόμη ένας δείκτης ο οποίος ασκεί πιέσεις στις τιμές του πετρελαίου. Η ελαστικότητα της προσφοράς λόγω της τεχνολογικής προόδου.
«Πριν από πέντε χρόνια, η εξαγωγή ενός βαρελιού αργού κόστιζε περίπου 50 δολάρια, τώρα είναι πιο κοντά στα 30 δολάρια. Οι επιχειρήσεις έχουν προσαρμοστεί στον Covid-19. Εάν οι τιμές των μετοχών καταγράψουν πτώση, η αγορά βασικών εμπορευμάτων κινδυνεύει να καταγράψει πτώση με ταχείς ρυθμούς», σημειώνει.
(της Πένης Χαλάτση, insider.gr)