17 Νοεμβρίου 2024
Πρόσφατα:
Χωρίς κατηγορία

Ν.4072

ΠΡΟΣΤΙΜΑ ΗΦΑΙΣΤΟΥ

 

N. 4072/12 (ΦΕΚ 86 Α/11-4-2012)

«Βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος – Νέα εται­ρική μορφή – Σήματα – Μεσίτες Ακινήτων – Ρύθμι­ση θεμάτων ναυτιλίας, λιμένων και αλιείας και άλ­λες διατάξεις.»

 

Άρθρο 320

Τροποποιήσεις των νόμων 3054/2002, 3784/2009, 2960/2001 και του άρθρου 187 Π.Κ.

8. α. H παράγραφος 9 του άρθρου 147 του ν. 2960/ 2001 αντικαθίσταται ως εξής:

«9. Σε περίπτωση μη καταχώρισης ή εκπρόθεσμης κα­ταχώρισης ή ανακριβούς καταχώρισης των συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης στο Πληροφοριακό Σύστημα Πα­ρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης, εντός της κατά το άρθρο 73 παράγραφος 2 περίπτωση α΄ του παρόντος νόμου χρονικής περιόδου, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, επιβάλλεται ανά φορολογικό στοιχείο πρόστιμο εκατό (100) ευρώ.

Δεν συνιστά παράβαση, κατά τα ανωτέρω, ανακριβής δήλωση η οποία επανεισήχθη διορθωμένη στο ως άνω σύστημα από μέλος ΔΙΠΕΘΕ, εντός της προβλεπόμε­νης από το άρθρο 5 παράγραφος 1 του ν. 3899/2010 προθεσμίας.»

β. Οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 147 του ν.2960/2001, όπως αντικαθίσταται με την προηγούμενη υποπαράγραφο της παρούσας παραγράφου, εφαρ­μόζονται, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, και επί εκπρόθεσμης καταχώρησης, ανακρι­βούς καταχώρησης και μη καταχώρησης φορολογικών παραστατικών συναλλαγής πετρελαίου θέρμανσης στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης, οι οποίες τελέστηκαν από 1.1.2011 μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

 

Υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εντός προθεσμίας δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

i) Όταν έχει εκδοθεί καταλογιστική πράξη και δεν έχει ασκηθεί προσφυγή κατά αυτής ή έχει ασκηθεί αλλά δεν έχει εκδοθεί επ’ αυτής τελεσίδικη απόφαση του διοικη­τικού δικαστηρίου, με υποχρέωση δήλωσης παραίτησης από το δικαίωμα άσκησης ένδικων μέσων ή από το ήδη ασκηθέν ένδικο μέσο.

ii) Όταν έχει ήδη καταβληθεί ολόκληρο το ποσό ή μέρος των καταλογισθέντων προστίμων, με την οποία αιτούνται την επιστροφή της διαφοράς μεταξύ των καταβληθέντων προστίμων και των προβλεπόμενων από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου προστίμων.

Δεν απαιτείται αίτηση για υπαγωγή στις διατάξεις της παρούσας παραγράφου στην περίπτωση που δεν έχει εκδοθεί καταλογιστική πράξη.

9.α. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 187 Π.Κ. προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Με την ίδια ποινή τιμωρείται ο υπαίτιος της πρά­ξεως του πρώτου εδαφίου, αν η εγκληματική οργά­νωση επιδιώκει την τέλεση περισσότερων αξιόποινων πράξεων σχετικά με την αποφυγή καταβολής νόμιμου φόρου, τέλους, δασμού ή άλλης επιβαρύνσεως κατά την αγορά, πώληση, παραλαβή, παράδοση, μεταφορά, διαμετακόμιση, εμπορία, κατοχή, αποθήκευση, εισαγωγή ή εξαγωγή εμπορεύματος ή και προϊόντος απομίμησης, παραποίησης ή πειρατείας».

β. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 187 Π.Κ. προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Με την ίδια ποινή τιμωρείται το μέλος της οργά­νωσης αν κατά τον χρόνο τέλεσης του εγκλήματος του δευτέρου εδαφίου της πρώτης παραγράφου ήταν δημόσιος υπάλληλος ή υπάλληλος υπό την έννοια του άρθρου 263α.»

γ. Στο τέλος της παραγράφου 6 του άρθρου 187 Π.Κ. προστίθεται εδάφιο, ως εξής:

«Επιβαρυντική περίσταση συνιστά επίσης η τέλεση της πράξεως του τελευταίου εδαφίου της πρώτης πα­ραγράφου με υλικό αντικείμενο το αργό πετρέλαιο ή άλλο πετρελαιοειδές ή ενεργειακό προϊόν.»

10. Οι παραβάσεις που προβλέπονταν ως αυτοτελείς, σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων ιγ΄, ιδ΄ και ιε΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 5 του ν.2523/1997 (Α΄179), που καταργήθηκαν από 1.1.2011, με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 5 του ν.3899/2010 (Α΄ 212) και διαπράχθηκαν μέχρι 31.12.2010, για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί από τους προϊσταμένους των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών οι σχετικές αποφάσεις επιβο­λής προστίμου ή έχουν εκδοθεί οι αποφάσεις αυτές και κατά το χρόνο έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος, δεν έχουν περαιωθεί οριστικά με διοικητική επίλυση της διαφοράς, ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους, λογίζονται ως γενικές παραβάσεις και επιβάλλεται ένα (1) ενιαίο πρόστιμο, ανά διαχειριστική περίοδο, με βάση την κατηγορία βιβλίων που τηρούνταν κατά την πρώτη ημέρα της διαχειριστικής περιόδου στην οποία ανάγονται αυτές, με συντελεστή βαρύτητας (Σ.Β.), κατά περίπτωση, ως εξής:

α) Για τη μη υποβολή στοιχείων, για τις συναλλαγές πετρελαίου της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ. (π.δ.186/1992), ο Σ.Β. = τρία (3).

β) Για την εκπρόθεσμη υποβολή στοιχείων, για τις συναλλαγές πετρελαίου της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., καθώς και την ανακριβή υποβολή αυτών ως προς την ποσότητα, ο Σ.Β. = δύο (2).

γ) Για τη μη υποβολή ή την εκπρόθεσμη υποβολή των αντιτύπων των φορολογικών παραστατικών, για τις συ­ναλλαγές πετρελαίου της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., ανεξάρτητα αν η παράλειψη αυτή αφορά ένα ή περισσότερα από αυτά, ο Σ.Β. = ένα (1).

Τα ως άνω ισχύουν με την προϋπόθεση ότι το ποσό του προστίμου, που προβλέπεται από τις διατάξεις αυ­τές, δεν είναι μεγαλύτερο από αυτό που θα προέκυπτε, με βάση τις προϊσχύουσες διατάξεις.

11. Τα αναφερόμενα στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και για τις παραβάσεις που εκκρεμεί η συζήτηση προσφυγής κατ’ αυτών ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και του Σ.τ.Ε., εφόσον προ­βλέπουν επιεικέστερη μεταχείριση. Για τις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστηρίων αυτών, οι ενδι­αφερόμενοι μπορούν με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον αρμόδιο προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος, να ζητήσουν τη διοικητική επίλυση της διαφοράς με βάση τις υπόψη διατάξεις, ακολουθουμένης της διαδικασίας του ν.δ. 4600/1966 (Α΄ 242).

12. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος, ποσά προστίμων που έχουν καταβληθεί δεν επιστρέ­φονται.

13. Οι υπηρεσίες του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος έχουν ελεύθερη πρόσβαση στο Σύστη­μα Ελέγχου Εισαγωγών ICS-1, στο Σύστημα Ελέγχου Εξαγωγών ECS και στο Σύστημα Παρακολούθησης και Ελέγχου Διακίνησης Προϊόντων Ε.Φ.Κ. EMCS, τα οποία εφαρμόζονται στην Ελληνική Επικράτεια δυνάμει των Κανονισμών (αρ) 648/2005 και (ΕΚ) 684/2009. Με από­φαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε ανα­γκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.