ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ

Το ακριβό πετρέλαιο «καίει» την ασθενική ελληνική οικονομία

Του Γιώργου Φιντικάκη liberal.gr

Σοβαρό χτύπημα στην ασθενική ελληνική οικονομία, που επί χρόνια είχε ευνοηθεί από τις χαμηλές τιμές του μαύρου χρυσού, φέρνει η εκτίναξη του πετρελαίου πάνω από τα 82 δολάρια, πλήττοντας καταρχήν την κατανάλωση, έπειτα το κόστος παραγωγής και τελικά τον ίδιο τον ρυθμό ανάπτυξης και ενώ οι προβλέψεις μιλούν για κούρσα ακόμη και στα 100 δολάρια.

Το τέλος της εποχής του χαμηλού πετρελαίου και η εκτίναξή του σε επίπεδα που είχαν να εμφανισθούν ξανά από το Νοέμβριο του 2014, αποτυπώνεται καταρχήν στην αντλία. Τις επόμενες ημέρες η μέση τιμή βενζίνης θα κινηθεί πάνω από τα 1,6 ευρώ, ενώ οι συνέπειες θα γίνουν ακόμη πιο αισθητές όταν από τις 15 Οκτωβρίου και μετά θα κάνει πρεμιέρα το πετρέλαιο θέρμανσης σε τιμές πάνω από 1,10 ευρώ το λίτρο, δηλαδή 17% αυξημένες από πέρυσι.

Αλλά οι ευρύτερες επιπτώσεις θα φανούν στην πορεία. Σε μια οικονομία τόσο ευάλωτη σε εξωτερικά “σοκ” όπως η ελληνική, η έκρηξη του μαύρου χρυσού προσθέτει έναν ακόμα πονοκέφαλο στο υποτονικό οικονομικό κλίμα, αυξάνοντας τα μεταφορικά στη βιομηχανία, ενισχύοντας τις πληθωριστικές πιέσεις στις τιμές, και ανατρέποντας τους σχεδιασμούς του προϋπολογισμού του 2019, που κατατίθεται σήμερα στη Βουλή.

Δίχως να είναι γνωστό ποιες παραδοχές έχει αυτός λάβει υπόψη για το πετρέλαιο, εντούτοις, σύμφωνα με προ μηνών έρευνα της Oxford Economics, αν η τιμή του πετρελαίου αναρριχηθεί στα 85 δολάρια το βαρέλι την περίοδο 2018-2020, τότε ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ στην Ελλάδα, κινδυνεύει να περικοπεί ακόμη και κατά 1% στην Ελλάδα. Στην πράξη, αυτό μεταφράζεται στο εφιαλτικό σενάριο, η ανάπτυξη το 2019 να περιοριστεί σε ένα ισχνό 1,3%-1,5% αντί για 2,3% που έχει προβλέψει η Κομισιόν, με αντίστοιχες συνέπειες και για τα επόμενα έτη.

Αρκεί κανείς να σκεφτεί ότι ο προϋπολογισμός του τρέχοντος έτους (2018) για το οποίο η Κομισιόν προβλέπει ανάπτυξη 1,9%, είχε συνταχθεί με τιμή 52 δολ. το βαρέλι, όταν ο μέσος όρος του πετρελαίου, από την αρχή της χρονιάς έως σήμερα, ανέρχεται στα 71 δολάρια, δηλαδή 36% υψηλότερα